Γιάννης Αγγελάκας & Χρήστος Παπαδόπουλος
«Οδύσσεια» με πλήκτρα, φωνές και μουσικό πριόνι
«Κατέβα ουρανέ στη γη/ τα σκοτεινά μας βάραθρα να φέξεις/ να γίνει η αβάσταχτη σιωπή/ κραυγή, λυγμός και λέξεις». Η «Νέκυια» του κορυφαίου δημιουργού της ελληνικής ροκ σκηνής, Γιάννη Αγγελάκα, και του χορογράφου-αποκάλυψη στην Ευρώπη, Χρήστου Παπαδόπουλου, ξεκινά κατανυκτικά, υποβλητικά, μυστικιστικά σαν μια τελετουργική εμπειρία θέασης και ακρόασης της εμβληματικής ραψωδίας λ του ομηρικού έπους.
Μια “surround” ηχοτροπική κατάσταση δημιουργείται επί σκηνής για την κάθοδο στον Άδη του Οδυσσέα, ο οποίος, ακολουθώντας τις συμβουλές της Κίρκης, φεύγει με τους συντρόφους του προς τον Κάτω Κόσμο, ώστε να πάρει τον χρησμό από τον μάντη Τειρεσία για να επιστρέψει στην Ιθάκη.
Ένα ξεχωριστό ταξίδι ανάμεσα στο φως και τις σκιές, με συνοδοιπόρους τη μουσική σύνθεση του Αγγελάκα και τις εικόνες που δημιουργεί ο Παπαδόπουλος. Την αφήγηση από σκηνής αναλαμβάνουν η Όλια Λαζαρίδου και ο ίδιος ο Γιάννης Αγγελάκας. Μαζί με δύο μουσικούς, τέσσερις γυναικείες φωνές και τον ηχητικό σχεδιασμό του Coti Κ., μας οδηγούν στην άβυσσο της ανθρωπότητας, του εαυτού μας και, τελικά, της ζωής.
Οι συντελεστες της παραστασης για τη ΝΕΚΥΙΑ
Γιάννης Αγγελάκας
«Ξεκίνησα πριν 15 χρόνια να διαβάζω, με παρότρυνση της Όλιας Λαζαρίδου, τα ομηρικά έπη από τις μεταφράσεις του Δημήτρη Μαρωνίτη και μαγεύτηκα συνειδητοποιώντας πόσο πρωτοποριακά, πόσο μπροστά ακόμα κι από την εποχή μας είναι αυτά τα υπεράνθρωπα κείμενα. Θα μου πείτε, μετά τα 45 μου ανακάλυψα την Αμερική; Τι να κάνω; Η εμπειρία μου από το σχολείο και την “ελληνική” εκπαίδευση με είχαν απομακρύνει, όπως τους περισσότερους από μας, από το χρυσάφι τους. Ακόμα και σήμερα δεν χωράει στο μυαλό μου το πώς γίνεται αυτά τα πρώτα καταγεγραμμένα λογοτεχνήματα της αρχαιότητάς μας να φαντάζουν αξεπέραστα και να έχουν στοιχειώσει για τα καλά τον Δυτικό πολιτισμό και την παγκόσμια τέχνη (λογοτεχνία, κινηματογράφο κ.ά.). Η Όλια, πάλι, όταν είδε πως γοητεύτηκα απ’ όλα αυτά, μου πρότεινε να κάνουμε μουσική παράσταση τη Νέκυια. Ξεκίνησα πριν καμιά δεκαετία να δοκιμάζω ατμόσφαιρες, μαζί με τα κορίτσια του πολυφωνικού σχήματος Διώνη, που είχαμε συνεργαστεί στο σάουντρακ της Ψυχής Βαθιάς του Παντελή Βούλγαρη. Είχα ήδη φανταστεί τον τρόπο που ήθελα να γίνει και έτσι το εγκατέλειψα, μιας και αυτό που φαντάστηκα ήταν πολύπλευρο, πολυδάπανο και ουσιαστικά ανέφικτο για τα δεδομένα της χώρας μας. Με παρότρυνση, αυτή τη φορά, του Παύλου Παυλίδη, πήγα το φθινόπωρο του ‘22 στα γραφεία της Στέγης να προτείνω το παλιό σχέδιο της Νέκυιας. Εκεί έζησα μια εξωγήινη ή, μάλλον, εξωελληνική εμπειρία, όπου βρέθηκα με τρεις ανοιχτούς, ζεστούς και ευγενικούς ανθρώπους (την Αφροδίτη [Παναγιωτάκου], τον Δημήτρη [Θεοδωρόπουλο] και τη Θεοδώρα [Καπράλου]) να ακούν, να γοητεύονται και να ενεργοποιούνται με την ιδέα μου. Αργότερα, η Αφροδίτη, όταν ψάχναμε να βρούμε τον σκηνοθέτη της Νέκυιας, μου έστειλε το βίντεο του "Larsen C", μιας χορευτικής παράστασης του Χρήστου Παπαδόπουλου που ως τότε δεν είχα ακούσει ούτε είχα δει τίποτα από αυτόν. Όταν τέλειωσε το βίντεο, χωρίς δεύτερη σκέψη και ενθουσιασμένος, απάντησα στην Αφροδίτη: “Αυτός είναι ο άνθρωπός μας! Εύχομαι να δεχτεί την πρότασή μας”».
Χρήστος Παπαδόπουλος
«Ο Γιάννης Αγγελάκας, με τη μουσική του, μας προτείνει μια κατάβαση. Η Νέκυια είναι τόπος συνάντησης. Με αυτούς που έφυγαν και με τον εαυτό μας. Κατεβαίνουμε μαζί και εξερευνούμε τα σκοτάδια. Παίζουμε εκεί μέσα και γελάμε!»
Όλια Λαζαρίδου
«Μια βόλτα στον Άδη –που είναι η Νέκυια– και μάλιστα με την προοπτική της ανόδου ξανά στο φως, είναι μια πολύ ελκυστική προοπτική. Πόσο μάλλον όταν βρίσκεσαι στο πλάι ενός σύγχρονου ραψωδού των καιρών μας, όπως είναι ο Γιάννης Αγγελάκας. Χαίρομαι που, παρά τη μακρά μου πορεία στο θέατρο, υπάρχουν ακόμα πράγματα να μαθαίνω».
Τις μεγαλύτερες νύχτες του χρόνου, θα οδηγηθούμε στο πιο απόκοσμο, μυστικιστικό και σχεδόν αποκρυφιστικό ομηρικό τοπίο.
Λιγα λογια για τη Νεκυια
O Οδυσσέας και οι σύντροφοί του αναχωρούν από το παλάτι της Κίρκης με προορισμό τη χώρα των Κιμμερίων, όπου βρίσκεται η είσοδος για τον Άδη. Εκεί ο Οδυσσέας ελπίζει να πάρει χρησμό από τον Τειρεσία, για να καταφέρει να επιστρέψει στην Ιθάκη. Μετά από σπονδές και θυσίες, που πραγματοποιεί με τελετουργική ευλάβεια καθ’ υπόδειξη της Κίρκης, ο Οδυσσέας φτάνει εκεί όπου κανένας ζωντανός δεν πάει ποτέ. Ο Τειρεσίας τον διαβεβαιώνει ότι θα πεθάνει γέρος στην πατρίδα του αρκεί, όταν φτάσει στο νησί όπου βόσκουν οι ιερές αγελάδες του Ήλιου, κανείς να μην τις πειράξει και, μετά την επιστροφή του στην Ιθάκη, να ταξιδέψει σε μέρη όπου οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν τι θα πει θάλασσα, να τους μάθει να την υμνούν και να προσφέρει θυσίες στον Ποσειδώνα. Στη συνέχεια, ο Οδυσσέας συναντά ψυχές νεκρών που έχουν συνδεθεί στενά μαζί του. Και, παρότι οι κάτοικοι του Κάτω Κόσμου έχουν απωλέσει πια τη μνήμη τους, την ανακτούν προσωρινά πίνοντας από το αίμα των ζώων που θυσιάζει ο πολυμήχανος ήρωας, ο οποίος ξαναβρίσκει τους πιο σημαντικούς ήρωες του Τρωικού Πολέμου που χάθηκαν, τον Αγαμέμνονα, τον Αχιλλέα, τον Αίαντα, μυθικούς ήρωες, παλιούς του συντρόφους. Συγκινημένοι, θυμούνται την κοινή τους ζωή και αγωνιούν να μάθουν νέα από τον Πάνω Κόσμο. Σπαρακτική και μνημειώδης είναι η συνάντησή του με τη μητέρα του, Αντίκλεια.
Ο Οδυσσέας δεν είναι ο μόνος που κατέβηκε στον Άδη. Με εντολή του Ευρυσθέα, ο Ηρακλής κατέβηκε πρώτος στον Άδη για να φέρει στον Πάνω Κόσμο τον Κέρβερο – άθλος φαινομενικά ακατόρθωτος, τον οποίο τελικά εκπλήρωσε με τη βοήθεια του Ερμή και της Αθηνάς. Αλλά και ο Ορφέας έφτασε έως τον Άδη, αν και με άδοξο τέλος: η Ευρυδίκη εξανεμίστηκε μόλις ο Ορφέας γύρισε το κεφάλι για να τη δει, παραβιάζοντας την εντολή του Πλούτωνα. Λιγότερο γνωστή είναι η κάθοδος του Θησέα, με σύντροφό του τον Πειρίθοο. Αντί ο Αθηναίος ήρωας να φέρει την Περσεφόνη στον Πάνω Κόσμο, παγιδεύτηκε ο ίδιος από τον Πλούτωνα και θα έμενε εκεί για πάντα αν δεν τον ελευθέρωνε ο Ηρακλής – κάτι που δεν έγινε για τον Πειρίθοο, ο οποίος παρέμεινε έτσι στον Άδη.