Ο Γυάλινος Κόσμος –ίσως το αντιπροσωπευτικότερο έργο του συγγραφέα που με τη δραματουργία του σημάδεψε τη μεταπολεμική Αμερική–, γράφτηκε το 1944. Πρόκειται για έργο ποιητικής πνοής και βαθιάς ανθρώπινης ευαισθησίας, όπου ο κόσμος της σκληρής πραγματικότητας συμπλέκεται με την εύθραυστη ομορφιά της φαντασίας και του ονείρου. Το έργο είναι μια ανάμνηση.
Ο Τομ θυμάται στιγμές της οικογενειακής του ζωής. Η πληκτική δουλειά του σε μια αποθήκη υποδηματοποιίας, έχει συνθλίψει τα όνειρά του.
Η Λόρα, η αδερφή του, αντιμετωπίζει τις δυσκολίες της ζωής βρίσκοντας καταφύγιο σε έναν μικρόκοσμο από γυάλινα ζωάκια.
Η Αμάντα, η μητέρα τους, ελπίζει πως τα παιδιά της θα ζήσουν όπως η ίδια δεν κατάφερε ποτέ.
Ο Τζίμ, ένας επισκέπτης στον οποίο στηρίζουν όλες τις ελπίδες τους, θα τους απογοητεύσει.
Σημείωμα του σκηνοθέτη
«Δυο χρόνια σχεδόν τώρα, η ζωή μας έδειξε πόσο εύκολα μπορούν να ανατραπούν όλα.
Να ραγίσουν, ακόμα και να σπάσουν - σαν να είναι φτιαγμένα από γυαλί.
Πώς ανεβάζεις λοιπόν αυτό το τεράστιο έργο μέσα στη δίνη των γεγονότων που μαστίζουν όλο τον πλανήτη;
Πώς φτιάχνεις μια παράσταση φορώντας μάσκες στην πρόβα, και σε ενάμιση μέτρο απόσταση;
Πώς φτιάχνεις μια σκηνή φιλιού στην οποία δεν επιτρέπεται να πλησιάσουν κοντά οι ηθοποιοί;
Πώς κάνεις το αντίστοιχο με μια σκηνή χορού;
Οι ήρωες του έργου όμως, αυτό δεν προσπαθούν και εκείνοι; Να πλησιάσουν ο ένας τον άλλον· κυριολεκτικά και μεταφορικά. Να έρθουν απεγνωσμένα κοντά. Μήπως τελικά η ίδια δυσκολία της συνθήκης είναι ταυτόχρονα και η απάντηση στα τόσα ερωτήματα; Μήπως ο καθένας μας δεν ζει πια κλεισμένος στον δικό του «γυάλινο» κόσμο, όπως ακριβώς και οι πρωταγωνιστές της ιστορίας; Είμαι σίγουρος ότι κάθε θεατής θα βρει έστω μια στιγμή του έργου, που θα του θυμίσει μια στιγμή της δικής του ζωής.»