Ο Αισχύλος ήταν αρχαίος Έλληνας τραγωδός. Γεννήθηκε το 525 π.Χ. ή το 524 π.Χ. στην Ελευσίνα της Ελλάδας και πέθανε το 456 π.Χ. στη Γέλα της Ιταλίας.
Πολέμησε σε όλες τις μάχες εναντίον των Περσών. Στο Μαραθώνα (490 π.Χ.), στη Σαλαμίνα (480 π.Χ.) και στις Πλαταιές (479 π.Χ.)
Είναι ο πρώτος αρχαίος Έλληνας δραματουργός του οποίου τα έργα σώζονται μέχρι και τις ημέρες μας, οι άλλοι δύο είναι ο Σοφοκλής και ο Ευριπίδης. Η διάσωση των έργων του οφείλεται κυρίως στους συμπολίτες του οι οποίοι είχαν ψηφίσει νόμο ο οποίος επέτρεπε σε όποιον το επιθυμούσε, να λάβει μέρους στους δραματικούς αγώνες με έργα του Αισχύλου.
Απέκτησε δυο γιούς, τον Ευαίωνα και τον Ευφορίωνα, οι οποίοι αμφότεροι έγραψαν επίσης τραγωδίες. Μάλιστα, υπάρχει η φήμη οτι ο Ευφορίων νίκησε τόσο τον πατέρα του όσο και το Σοφοκλή σε δραματικούς αγώνες.
Η δραματουργία του Αισχύλου εξελίχθηκε μέσα από το έργο του ποιητή ώστε τελικά να συνεισφέρει με διάφορες καινοτομίες στη δραματική τέχνη της εποχής του. Συνοπτικά θα μπορούσαν να αναφερθούν η προσθήκη του δεύτερου υποκριτή (δευτεραγωνιστή), η μείωση των χορικών, η έξαρση του λόγου και η σύσταση της τριλογίας ενιαίου περιεχομένου.
Η τελευταία του ποιητική περίοδος, ενσωματώνει όλες τις παραπάνω καινοτομίες και αποτυπώνεται χαρακτηριστικά στην Ορέστεια.
Συνέγραψε πολλές τραγωδίες, 79 τίτλοι έργων είναι γνωστοί, αλλά μόνο 7 τραγωδίες διασώθηκαν ολόκληρες.
Οι τραγωδίες που διασώθηκαν είναι «Πέρσαι», «Επτά επί Θήβας», «Ικέτιδες», «Προμηθεύς Δεσμώτης», «Αγαμέμνων», «Χοηφόροι», «Ευμενίδες». Οι τρεις τελευταίες αποτελούν την «Ορέστεια».