Η υπόθεση του έργου
Σε μια ταράτσα της πόλης σε καιρό διαδήλωσης, ανάμεσα σε καπνούς και σε εκρήξεις, λαμβάνει χώρα μια απρόσμενη συνάντηση: ένας άντρας των ΜΑΤ έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με μια αντιεξουσιάστρια. Και οι δύο έχουν τους λόγους τους να μη θέλουν να κατέβουν στη διαδήλωση. Η σύγκρουση είναι ολομέτωπη και ξεκαρδιστική. Για εκείνην είναι «ο μπάτσος» και για εκείνον «η αναρχικιά». Στα ενενήντα λεπτά της αναγκαστικής τους συνύπαρξης, θα συμβούν τα μύρια όσα κωμικά, κι όταν τα μυστικά τους ζαλιστούν απ’ τα δακρυγόνα και αποκαλυφθούν, κανένας δε θα είναι πια αυτός που ήτανε.
Σημείωμα σκηνοθέτη
Από παιδί είχα μια άρνηση προς εκείνους που επέμεναν να ορίζουν τις ζωές των άλλων, με το πρόσχημα της τήρησης της τάξης. Μεγαλώνοντας, συνειδητοποίησα πως η ουσία για τους περισσότερους εκ των εκφραστών της εξουσίας παραμένει ίδια: προσωπικά οφέλη και συμπλέγματα. Όχι το κοινό καλό. Το κοινό καλό αποτελεί το παραμύθι που φιλοδοξεί να κάνει καριέρα βολικού άλλοθι. Οι εξουσίες δεν αποτελούνται από τους καλύτερους, γιατί οι πραγματικά καλύτεροι δεν θέλουν να εξουσιάζουν τους άλλους. Ούτε «μασάω» με την ρήση του Μπίσμαρκ ότι «η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού». Αντιπροτείνω το «η πολιτική είναι η τέχνη του πιστευτού». Για μερικούς, αλήθεια είναι οτιδήποτε μπορεί να γίνει πιστευτό. Κι ας είναι το μεγαλύτερο ψέμα.
Μ’ αυτές τις σκέψεις έγραψα και σκηνοθέτησα την κωμωδία ΚΙΝΗΣΗ ΜΑΤ, όπου ένας άντρας των ΜΑΤ και μία αντιεξουσιάστρια συνυπάρχουν αναγκαστικά για ενενήντα ολόκληρα λεπτά σε μια ταράτσα της πόλης, κι ενώ από κάτω είναι σε εξέλιξη μια επεισοδιακή διαδήλωση. Η σύγκρουση ανάμεσα σ’ αυτούς τους δύο είναι ολομέτωπη, με συνεχείς ανατροπές και ξεκαρδιστικά αποτελέσματα, μέχρι το αναπάντεχο φινάλε, όπου... Ε, δεν θα τα πούμε κι όλα εδώ!
Επιτρέψτε μου μόνο να εκφράσω την χαρά μου που δύο πολύ ταλαντούχοι ηθοποιοί – η Ματθίλδη Μαγγίρα και ο Γιώργος Κοψιδάς - ενσαρκώνουν τους ρόλους του καταπιεστή και του καταπιεζόμενου, χωρίς αυτό να σημαίνει πως καταπιεστής είναι μόνο ο μπάτσος και καταπιεζόμενη μόνο η αναρχικιά. Ελπίζω να γελάσετε μέχρι δακρύων με τις γελοιότητες της εξουσίας, αλλά και με τις υπερβολές εκείνων που νομίζουν πως, σπάζοντας και καταστρέφοντας ό,τι δεν τους ανήκει, ο κόσμος θα αλλάξει. Τούς παραπέμπω στη φράση του Τολστόι «όλοι θέλουν ν’ αλλάξουν τον κόσμο, κανένας τον εαυτό του».