Ο Κροκόδειλος

Θέατρο Πόρτα

Σύγχρονο-Πειραματικό 2024
watchlist
-
- χρήστες
-
βαθμολόγησε

                                                            Ο Κροκόδειλος
                    
                                                            Ο Κροκόδειλος
                    
                                                            Ο Κροκόδειλος
Είδος: σύγχρονο-πειραματικό. Σκηνοθεσία Ορέστης Σταυρόπουλος, Δημήτρης Σταυρόπουλος. Ερμηνεύουν Μαρία Μοσχούρη, Λάμπρος Γραμματικός, Αντώνης Χρήστου, Ερατώ Μανδαλενάκη. Έτος παραγωγής 2024. Ανέβηκε στο θέατρο Θέατρο Πόρτα.

Είχα από παλιά μία ακατανίκητη επιθυμία να κάνω τους πάντες να μιλάνε για το άτομό μου, αλλά, βλέπεις, με περιόριζαν η ασήμαντη κοινωνική παρουσία και ο χαμηλός βαθμός μου στην Υπηρεσία. Και να που κάθε εμπόδιο εξαφανίστηκε, με μια απλή μπουκιά κροκόδειλου.

 

Αγία Πετρούπολη, 1865. Ο Ιβάν Ματβιέιτς μαζί με τη σύζυγό του Γιελιένα Ιβάνοβνα και τον φίλο του Σεμιόν Σεμιόνιτς, αποφασίζουν να επισκεφτούν τη στοά. Εκεί εκτίθεται ένας κροκόδειλος που τους έχει κινήσει το ενδιαφέρον. Το θηρίο βρίσκεται σε λήθαργο, δεν ικανοποιεί τις προσδοκίες τους κι έτσι, ο Ιβάν Ματβιέιτς αποφασίζει να το προκαλέσει. Από τη μια στιγμή στην άλλη, βρίσκεται στα δόντια του κροκόδειλου και από εκεί στην κοιλιά του! Επικρατεί πανικός. Ανώτεροι δημόσιοι υπάλληλοι, βιομήχανοι, διανοούμενοι, πρέσβεις και ένα πλήθος ξεπεσμένων μικροαστών παρελαύνουν μπροστά από τον κροκόδειλο. Μεταξύ γέλωτα, εξωφρενικών διαλόγων, παράλογων προτάσεων και αγωνιωδών προσπαθειών του Σεμιόν να σώσει τον φίλο του, που δεν θέλει όμως να σωθεί, το έργο κάνει μία γλαφυρή περιγραφή της τσαρικής Ρωσίας και των παθογενειών της, που δε μοιάζουν και τόσο ξένες στη δική μας πραγματικότητα.

Μία νεανική ομάδα συντελεστών προσεγγίζει τον Κροκόδειλο με φρέσκο βλέμμα, αναδεικνύοντας το κωμικό του στοιχείο, χωρίς όμως να μένουν μόνο σε αυτό. Οι σκηνοθέτες Ορέστης Σταυρόπουλος και Δημήτρης Σταυρόπουλος, πρόσφατοι απόφοιτοι της Σχολής Σκηνοθεσίας του Εθνικού Θεάτρου, που ήδη διαγράφουν εντυπωσιακή πορεία στον χώρο, σκηνοθετούν το έργο τονίζοντας το μαύρο χιούμορ του. Παράλληλα, στην παράσταση ελλοχεύει το στοιχείο του κινδύνου και της απειλής, μία ατμόσφαιρα θρίλερ, γεμάτη υπαινιγμούς και αστάθεια, που τυλίγει τους ξεπεσμένους ήρωες. Όπως λένε οι ίδιοι οι σκηνοθέτες: «Το έργο αποτελεί ένα σχόλιο για τον σύγχρονο άνθρωπο. Ένας υπάλληλος της σειράς καταλήγει να γίνει ένα με το κτήνος, να αποκτήσει ταυτότητα μέσα από την καταστροφή και τη “θυσία” του και σκοπεύει να μετατρέψει τον έγκλειστο βίο στο στομάχι του ζώου σε τελευταία λέξη της μόδας. Μέσα σε αυτή την παρανοϊκή συνθήκη, ο πιστός φίλος του Σεμιόν Σεμιόνιτς κάνει τα πάντα για να τον διασώσει μέσα σε ένα σύστημα που η λογική μεταμορφώνεται σε τραγελαφική παραδοξότητα. Καταλήγει μόνος του να παλεύει να διαφυλάξει τη λογική του σε ένα σύμπαν που όλα ρέουν, αλλάζουν, εξελίσσονται, σε μία αέναη παραφροσύνη. Κάπως έτσι αναδεικνύεται ως  κανονικότητα μια πραγματικότητα παράδοξη. Όπως ο ήρωας του έργου προσπαθεί μόνος του να βρει μια λογική αλληλουχία, έτσι και εμείς καταλήγουμε να νιώθουμε μοναχικοί λογικοί άνθρωποι. Η σκέψη πως έχουν μιλήσει άλλοι πριν από εμάς, για εμάς, για τη φύση της ανθρώπινης ψυχής, μέσα από τις ιστορίες τους, είναι παρήγορη και ζωογόνα».

 Το έργο

Ο Κροκόδειλος, λιγότερο γνωστό έργο του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό Эποχα (Εποχή-1865), που εξέδιδε με τον αδερφό του Μιχαήλ, υπό τον τίτλο «Αφήγησις παράξενος ή περίδρομος στον Περίδρομο». Περίδρομος ήταν το πραγματικό όνομα της στοάς όπου γινόταν η έκθεση των ζώων στην Αγία Πετρούπολη. Ο ίδιος σημείωνε πως επρόκειτο για «μια λογοτεχνική φάρσα με αποκλειστικό στόχο την διασκέδαση του αναγνώστη». Μάλιστα, οι δύο εκδότες είχαν πληροφορήσει ψευδώς το αναγνωστικό κοινό, πως την ιστορία τους είχε στείλει στο περιοδικό ο άγνωστος συγγραφέας Σιέμεν Στρίζοφ και πως βασίζεται σε πραγματικό περιστατικό, όπου το θύμα παρέμεινε ζωντανό μέσα στον κροκόδειλο και έζησε εκεί για δύο εβδομάδες οικειοθελώς, δεχόμενος επισκέψεις και κανονίζοντας τις υποχρεώσεις του. Θεωρείται πως το έργο γράφτηκε ως σατιρικό σχόλιο για τη διαμάχη μεταξύ των προοδευτικών διανοούμενων της εποχής. Αν και ο ίδιος ο Ντοστογιέφκσι το αρνήθηκε κατηγορηματικά, λέγεται επίσης πως έγραψε το έργο ως κριτική σε έναν σύγχρονό του κριτικό που σχολίαζε τα πάντα παραμένοντας κλεισμένος στο σπίτι του.