Επηρεασμένο από τα λογοτεχνικά ρεύματα της Δυτικής Ευρώπης, είναι το πρώτο νεοελληνικό διήγημα που αναφέρεται στο ψυχικό μαρτύριο και τη βαριά συνείδηση, διεισδύοντας σε βάθος στην ανθρώπινη ψυχή. Ο Γεώργιος Βιζυηνός μεταφέρει στις αφηγήσεις του τις εμπειρίες των παιδικών του χρόνων, εμπλουτισμένες με τους λαϊκούς θρύλους και τις αφελείς δεισιδαιμονίες του θρακιώτικου χωριού του. Χρησιμοποιώντας πότε το όνειρο, πότε τις παραισθήσεις και καταφεύγοντας συχνά στο απρόοπτο, εισδύει σε βάθος στα ψυχικά κίνητρα των πρωταγωνιστών. Το έργο αναφέρεται στις απελπισμένες προσπάθειες της χήρας μητέρας του συγγραφέα να σώσει την άρρωστη κόρη της, η οποία τελικά πέθανε, και στην υιοθεσία διαδοχικά δύο άλλων κοριτσιών. Όλες αυτές οι προσπάθειες απέρρεαν από τις ενοχές που τη βασάνιζαν γιατί η μητέρα του έκρυβε ένα μεγάλο μυστικό...Το Αμάρτημα της Μητρός μου.