Συνέντευξη

Λίλα Μπακλέση: Αν μπορούσα να έχω μια υπεδύναμη, θα ήθελα να μπορώ να μπαίνω στο σώμα άλλων ανθρώπων και να βλέπω τι αισθάνονται

25 Οκτωβρίου 2021  |  από Πέπη Καλλίλα
Λίλα Μπακλέση: Αν μπορούσα να έχω μια υπεδύναμη, θα ήθελα να μπορώ να μπαίνω στο σώμα άλλων ανθρώπων και να βλέπω τι αισθάνονται
Η ταλαντούχα ηθοποιός μίλησε στο unstage για την παράσταση που πρωταγωνιστεί αυτό το διάστημα, για το πώς αποφάσισε να γίνει ηθοποιός, για την κριτική και το θέατρο στην Ελλάδα.

Οι κάτω απ’ τ’ αστέρια παίζονται για 4η χρονιά. Έχετε μεγάλη επιτυχία! Όταν παίξατε την παράσταση στο Άμστερνταμ και στο Λονδίνο, πώς ήταν εκεί το κοινό;

Στο Λονδίνο είχαμε πάρα πολλούς Έλληνες, στο Άμστερνταμ το 30 τοις εκατό ήταν Ολλανδοί. Ήταν πολύ συνγκινητικό. Στο Άμστερνταμ όταν τελείωσε η παράσταση, μας μιλησαν κάποιοι από τους θεατές και μας είπαν ότι ήρθαν στην παράσταση γιατί διάβασαν ότι πρόκειται για έναν έρωτα που διαδραματίζεται σε ένα νησί του Αιγαίου κι ότι κι κείνοι είχαν ζήσει κάτι παρόμοιο.

Στο Λονδίνο ήταν κι εκεί συνγκινητικά και όμορφα γιατί υπάρχαν άνθρωποι που είχαν πάρει σημαντικες αποφάσεις στη ζωή τους, είχαν αφήσει έρωτες, είχαν πληγωθεί. Βρήκαν σημεία ταύτισης δηλαδή.

 

Πώς βρέθηκε στα χέρια σας αυτό το έργο;

Ο Τηλέμαχος Τσαρδάκας (συγγραφέας) είναι από την Πάτρα όπως κι εγώ. Κι ήμασταν σε μια ερασιτεχνικη ομάδα μαζί. Ο Τηλέμαχος είχε κι ένα μικρό θέατρο στην Πάτρα, όπου είχε παίξει εκεί ο Κωνσνταντίνος Μπιμπής τον Ρωμαίο και Ιουλιέτα, οπότε γνωρίζονταν απο κει. Με τον Κωνσταντίνο εγώ δεν γνωριζόμουν καλά. Απλά ήξερα ποιος είναι, εκείνος ήξερε ποια είμαι, λέγαμε ένα γεια. Και μια μέρα βρεθήκαμε τυχαία σε ένα μαγαζί (σε αυτό που είμαστε τώρα) και μιλώντας συνειδητοποιήσαμε ότι ξέραμε κι οι δύο τον Τηλέμαχο και αποφασίσαμε να στείλουμε μια φωτογραφία μαζί στον. Μας απαντάει καλά δεν το πιστεύω ότι είστε μαζί! Έχω γράψει κατι για σας, θα σας το στείλω να το διαβάσετε. Το διαβάσαμε, μας άρεσε πολύ και είπαμε πρέπει να το κάνουμε. Φυσικά δεν ήταν τόσο εύκολο, δεν υπήρχε budget για διάφορα σκηνικά και λοιπά, οπότε σκεφτήκαμε να το παρουσιάσουμε σαν «work in progress». Το παίξαμε πρώτα μια φορά εδώ στην Αθήνα σε καλούς φίλους του χώρου που τους εμπιστευόμαστε και μετά πήγαμε στην Πάτρα, το παρουσιάσαμε κι εκεί και πήγε εξαιρετικά. Έτσι ξεκίνησε το ταξίδι της Μένιας και του Νικολή.

 

Διάβασα για σένα ότι είχες μπει στο Πολυτεχνείο, σε μια από τις καλύτερες και πιο δύσκολες σχολές και κάποια στιγμή αποφάσισες να δώσεις εξετάσεις στο Εθνικό. Πώς πήρες αυτήν την απόφαση;

Ναι. Ήθελα να κάνω μια δουλειά που να μπορώ να δουλεύω από οπουδήποτε στον κόσμο και σκέφτηκα ότι ένας μηχανικός ηλεκτρονικών υπολογιστών, μπορεί να βρίσκεται σε όποια χώρα θέλει. Μπήκα λοιπόν στο Πολυτεχνείο της Πάτρας και ήμουν παράλληλα σε μια ερασιτεχνική θεατρική ομάδα. Ήρθε να δει μια παράσταση που ανεβάζαμε ο σκηνοθέτης Παναγιώτης Φαφούτης και στο τέλος της παράστασης μου πρότεινε να παίξω έναν ρόλο στην ταινία που θα σκηνοθετούσε. Φυσικά του είπα ναι. Έπαιζαν πολύ μεγάλοι και γνωστοί ηθοποιοί. Μετά από αυτό, συνέχιζα να σπουδάζω αλλά είχα αποφασίσει ότι θέλω να γίνω ηθοποιός.

Αρχικά, όσο βρισκόμουν στην ερασιτεχνική ομάδα δεν σκεφτόμουν ότι μπορώ να δουλέψω ως ηθοποιός, να είναι το επάγγελμά μου δηλαδή, το φοβόμουν. Όταν όμως δούλεψα σε μια κανονική επαγγελματική δουλειά, αυτό άλλαξε. Εν των μεταξύ στη διάρκεια του μοντάζ της ταινίας του Φαφούτη (Παράδεισος λέγεται), με είδε ένας άλλος σκηνοθέτης, ο Έκτορας Λυγίζος και μου πρότεινε να παίξω και στη δική του ταινία. Ήταν και η τελευταία μου ευκαιρία να δώσω εξετάσεις στο Εθνικό (λόγω ηλικίας), οπότε πήρα τη μεγάλη απόφαση.

Την χρονιά πριν κάνουμε την ταινία του Λυγίζου, χρωστούσα 31 μαθήματα στη σχολή και αποφασίζω να τα δώσω όλα. Δίνω, περνάω τα 26 μαθήματα. Δεν έκανα τίποτα άλλο εκείνη τη χρονιά. Ήμουν με δύο φίλες μου και διαβάζαμε όλη τη χρονιά. Έμεινα με 5-6 μαθήματα, έδωσα άλλα δύο τον Σεπτέμβρη, πέρασα. Μετά ξεκίνησαν καταλήψεις, δίνω στο Εθνικό και περνάω. Προσπάθησα να τελειώσω αλλά μετά ήταν δύσκολο πολύ, με τη σχολή, δεν προλάβαινα τις εξεταστικές, τις ημερομηνίες και μου έμειναν αυτά τα λίγα μαθήματα.

 

Σου άρεσε η σχολή του Πολυτεχνείου;

Δυστυχής ήμουν να σου πω την αλήθεια. Έμαθα πολλά πράγματα, αλλά δεν ήμουν χαρούμενη. Έβλεπα τους συμφοιτητές μου να χαίρονται, να παρακολουθούν με μανία κι εγώ δεν αισθανόμουν έτσι. Δεν ήξερα τι μου συμβαίνει. Δεν είναι ευχάριστο να βλέπεις τους άλλους να βρίσκουν την άκρη τους κι εσύ να μην μπορείς. Ένιωθα ότι δεν ταίριαζα εκεί.

 

Ποια είναι αυτά που σου έμαθε;

Έμαθα να είμαι πρακτική, να σκέφτομαι πάντα πώς να βρω μια λύση σε πρόβλημα που μπορεί να προκύψει. Να παίρνει άλλες στροφές το μυαλό μου. Ήταν πολύ ενδιαφέρουσα σχολή, πραγματικά. Απλά δεν ήταν για μένα.

 

Οι γονείς σου πώς σε αντιμετώπισαν; Σε έβλεπαν ότι ζορίζεσαι στο Πολυτεχνείο. Ήταν υποστηρικτικοί;

Στο πρώτο, δεύτερο έτος της σχολής με είδαν ότι δεν περνάω καλά. Μου είπαν να δώσω θεατρικών σπουδών, να δώσω στο Εθνικό ναι. Δεν είχαν κανένα θέμα. Η αλήθεια είναι στα 25 μου ήμουν πολύ πιο ώριμη να το κάνω. Νωρίτερα δεν ήμουν καθόλου. Με είχαν επηρεάσει και στο σχολείο, ξέρεις ότι η ζωή του ηθοποιού είναι δύσκολη, να δώσω σε μια σχολή και βλέπω.. Δυστυχώς ζούμε σε μια κοινωνία που δεν μπορεί εύκολα να δεχτεί ότι κάποιος θα ζήσει από την τέχνη. Και όντως είναι δύσκολο να τα βγάλεις πέρα κάνοντας τέχνη.

 

Και εν τέλη μπήκες στη Σχολή του Εθνικού. Εκεί πώς ένιωσες, ήταν αυτό που περίμενες;

Έκανα το όνειρό μου πραγματικότητα. Γνώρισα ανθρώπους με τους οποίους είμαι ακόμα και τώρα μαζί, είναι οι καλύτεροί μου φίλοι και μάλιστα με δύο από τις φίλες μου θα έχω την τύχη να συνεργαστώ στην επόμενη δουλειά στο θέατρο. Φυσικά ήταν και πολύ κουραστικά. Πάρα πολλές ώρες δουλειάς, πολύ διάβασμα αλλά μαγικό.

 

Πες μου για τη νέα παράσταση που θα παίξεις.

Λέγεται «Βίλα» και στην ουσία μιλάει για την εποχή της δικτατορίας του Πινοσέτ στη Χιλή και για τους βασανισμούς που υπέστησαν οι γυναίκες εκείνη την εποχή. Είναι συγκλονιστικό έργο. Είναι ένα έργο για το τραύμα και πώς το χειρίζεται ο καθένας, τι σημαίνει είμαι καλό θύμα, πώς πρέπει να αντιδράσω σε μια δικτατορία. Θα το σκηνοθετήσει η Λητώ Τριανταφύλλίδου και θα ανέβει μέσα Δεκεμβρίου. Θα παιχτεί σε ένα θέατρο στο Γκάζι, αλλά θα θέλαμε να το παίξουμε και σε χώρους που έχουν βασανιστεί γυναίκες. Το έργο είναι καταπληκτικό, πολύ σκληρό αλλά και αστείο, είναι του Χιλιανού Γκιγιέρμο Καλντερόν. Λέγεται «Βίλα», «Villa» στα Ισπανικά. Ήταν ένας χώρος όπου γίνονταν εκεί τα βασανιστήρια.

 

Γιατί έγινες ηθοποιός;

Δεν μπορώ να το εξηγήσω κι ακριβώς. Ήθελα με κάποιο τρόπο να εκφράζομαι. Μου αρέσει να παρατηρώ ανθρώπους. Αν μπορούσα να έχω μια υπεδύναμη, θα ήθελα να μπορώ να μπαίνω στο σώμα άλλων ανθρώπων και να βλέπω τι αισθάνονται, πως αντιλαμβάνονται κάποια πράγματα. Αυτό μου φαίνεται ως η πιο λογική εξήγηση γιατί έγινα ηθοποιός. Το πώς μπορώ μέσα από κάθε ρόλο, εγώ ως Λίλα με τη φαντασία μου, θα μπορούσα να διαχειριστώ μια κατάσταση που είναι έξω απο εμενα. Αυτό που μου αρέσει στην υποκριτική είναι ότι πρέπει να αγαπήσεις όλους τους χαρακτήρες που υποδύεσαι και να βρεις το δίκιο σε αυτούς τους χαρακτήρες. Ακόμα κι αν είναι ό,τι χειρότερο έχει υπάρξει.

 

Ειναι το θέατρο ψυχοθεραπεία για τον ηθοποιό;

Όχι, σε καμία περίπτωση. Πολλοί νομίζουν ότι ψυχοθεπεύονται μέσα από την υποκριτική, αλλά αυτοί είναι που έχουν κάνει και τα μεγαλύτερα εγκλήματα. Είναι άλλο να πεις ότι με έχει σώσει το θέατρο, βρίσκω πράγματα για μένα, εκτονώνομαι κι άλλο ότι είναι η ψυχοθεραπεία μου. Μας πίεζαν στη σχολή να βγάλουμε τα συναισθήματά μας προς τα έξω και μετά μας έλεγαν «τώρα χρησιμοποιήστε τα. Δεν είμαστε ψυχοθεραπεία εδώ!». 

 

Υπάρχουν πολλοί ηθοποιοί που δεν ζουν από την υποκριτική. Κάνουν άλλες δουλειές για να μπορούν να παίζουν. Ποια είναι η άποψή σου πάνω σε αυτό το ζήτημα. Κάνει κακό στο χώρο;

Ναι κάνει. Το όλο θέμα ξεκινάει από το γεγονός ότι υπάρχουν στην Ελλάδα 30 με 40 δραματικές σχολές που είναι αναγνωρισμένες από το κράτος, χωρίς κανέναν έλεγχο και μάλιστα είναι ισάξιες. Στο Λονδίνο για παράδειγμα, λόγω του πτυχίου μου από τη σχολή του Εθνικού, μπορώ να κάνω μεταπτυχιακό σε πολύ μεγάλες Πανεπιστημιακές σχολές. Στην Ελλάδα θεωρούμαι απόφοιτη Λυκείου. Κι επειδή υπαγόμαστε στο Υπουργείο Πολιτισμού, δε θεωρούμαστε φοιτητές, οπότε δεν έχουμε και κανένα από τα προνόμια των φοιτητών. Είμαστε δηλαδή σκληρά εργαζόμενοι! Αυτά προσπαθούμε να αλλάξουμε τώρα στο ΣΕΗ. Πρέπει να μειωθούν οι δραματικές σχολές, να υπάρχει αυστηρό και συγκεκριμένο πρόγραμμα σπουδών. Ας υπάρξει ένας διαχωρισμός: Οι σχολές και τα εργαστήρια.

 

Πηγαίνεις θέατρο;

Ναι πηγαίνω. Υπάρχουν φορές που δε θέλω βέβαια. Μπορεί να σε κουράσει να είσαι συνέχεια μέσα σε αυτό. Μερικές φορές θέλεις να κάνεις κάτι άλλο. Τώρα είμαι στη φάση που πηγαίνω, επειδή μου έχει λείψει όλο αυτόν τον καιρό.

 

Διαβάζεις τις κριτικές που γράφονται για τις παραστάσεις; Σε επηρεάζουν;

Ναι τις διαβάζω. Δεν θα έλεγα ότι με επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό. Σίγουρα θα χαρώ με κάτι καλό ή θα στενοχωρηθώ για κάτι αρνητικό, αλλά για λίγο. Δεν γίνεται να αρέσουμε σε όλους, ούτε γίνεται να βγαίνουν πάντα όλα τέλεια.

 

Όταν παίζεις μια παράσταση για πολύ καιρό, πώς διαχειρίζεσαι αυτήν την επαναλαμβανόμενη διαδικασία; Μου φαίνεται αρκετά δύσκολο να παίζεις έναν ρόλο ξανά και ξανά για μια μεγάλη περίοδο.

Στην συγκεκριμένη περίπτωση του «Οι κάτω απ’ τ’ αστέρια» είναι μια ειδική συνθήκη. Κάθε φορά είναι μια διαφορετική παράσταση. Κάθε μέρα ανεβαίνω πάνω στη σκηνή και περιμένω να δω πως θα το χεριστεί ο Κωνσταντίνος κι εκείνος περιμένει εμένα. Υπάρχει ένα περιθώριο για αυτοσχεδιασμό αλλά μικρό, σχεδόν δεν αλλάζουμε τίποτα στο κείμενο. Αλλά η σκηνοθετική μας γραμμή και των τριών μας (στη σκηνοθεσία συμμετέχει και η Άρτεμις Γρύμπλα), ήταν και είναι ότι δεν αντιδράς πάντα σε μια κατάσταση με τον ίδιο τρόπο.. ας πούμε σε έναν τσακωμό, σε μια διένεξη. Τώρα δεν ξέρω αν θα μπορούσα σε κάποια άλλη περίπτωση να το αντέξω.