Το «Άνθρωποι και Ποντίκια» ήταν η πρώτη προσπάθεια του Στάινμπεκ να γράψει με τη μορφή μυθιστορήματος-παιχνιδιού. Ήθελε να γράψει ένα μυθιστόρημα που θα μπορούσε να παιχτεί στο θέατρο, ή ένα θεατρικό έργο που θα μπορούσε να διαβαστεί σα μυθιστόρημα.
Ο Στάινμπεκ είχε αρχικά τον τίτλο «Κάτι που συνέβη» επειδή κανείς δεν μπορεί να κατηγορηθεί για την τραγωδία που ξετυλίγεται στην ιστορία. Ωστόσο, άλλαξε τον τίτλο αφού διάβασε το ποίημα του Ρόμπερτ Μπερνς «Τα καλύτερα σχέδια ποντικιών και ανδρών/Συχνά πηγαίνουν στραβά» και μιλάει για τη λύπη που αισθάνεται ο αφηγητής για το ότι κατέστρεψε το σπίτι ενός ποντικιού ενώ όργωνε το χωράφι του.
Ο Τζον Στάινμπεκ αφηγείται τις εμπειρίες των George Milton και Lennie Small, δύο μεταναστών εργαζομένων σ΄ ένα ράντζο, οι οποίοι μετακινούνται από τόπο σε τόπο, στην Καλιφόρνια, αναζητώντας νέες ευκαιρίες εργασίας κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Διανύοντας τις ίδιες αγωνιώδεις και συγκινητικές προσπάθειες των ανθρώπων του μόχθου για επιβίωση, μέσα στις πιο δυσμενείς οικονομικές συνθήκες, οι ήρωες του «Άνθρωποι και ποντίκια» δουλεύουν σκληρά, συγκρούονται, παλεύουν, απογοητεύονται αλλά ταυτόχρονα ονειρεύονται και ελπίζουν. Η μοναξιά είναι ένας σημαντικός παράγοντας στη ζωή πολλών χαρακτήρων. Παρά την ανάγκη για συντροφικότητα, ο Στάινμπεκ υπογραμμίζει πώς η μοναξιά διατηρείται μέσα από τα εμπόδια που δημιουργούνται από την απάνθρωπη δράση μεταξύ τους.
Ο ρατσισμός, το απατηλό όνειρο για μια μικρή ιδιοκτησία, η δύναμη της φιλίας, η σημασία της ελπίδας, τα ιδανικά της αφοσίωσης, της πίστης, της αυτοδιάθεσης και της αλληλεγγύης, καθιστούν το έργο επίκαιρο και διαχρονικό.
Οι χαρακτήρες του έργου αναγκαστικά σκληροί για να επιβιώσουν, ζουν σε ένα βρώμικο, αηδιαστικό κόσμο, η γλώσσα τους χυδαία πολλές φορές, οι σκηνές με σεξουαλικές στιγμές, αλλά και η κριτική που γίνεται για το κοινωνικό σύστημα, δεν έχουν τίποτα άσεμνο, ή διαφορετικό από τους συνήθεις διαλόγους μιας σκληρής πραγματικότητας.
Η παράσταση δεν θα πραγματοποιηθεί εκτάκτως την Πέμπτη 21 Μαρτίου.