Συνέντευξη

Αργύρης Ξάφης «Για να πάμε μπροστά πρέπει να κοιτάμε χωρίς αλαζονεία και έπαρση»

24 Ιουλίου 2020  |  από Γιάννης Βανταράκης
Αργύρης Ξάφης «Για να πάμε μπροστά πρέπει να κοιτάμε χωρίς αλαζονεία και έπαρση»

 

Φέτος συμπληρώνονται 2.500 χρόνια από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας και τη νίκη των Αθηναίων απέναντι στους Πέρσες. Έτσι, το Εθνικό Θέατρο κατεβαίνει στην Επίδαυρο με το αντιπολεμικό έργο του Αισχύλου Πέρσες. Συνάντησα τον Αργύρη Ξάφη, ο οποίος υποδύεται τον Πέρση βασιλιά Ξέρξη και μας μίλησε για τη σημαντικότητα αυτού του έργου, τα διαχρονικά μηνύματα που το διέπουν αλλά και την έλλειψη αλαζονείας και έπαρσης που πρέπει να έχει ο άνθρωπος ώστε να καταφέρει να προχωρήσει μπροστά.

 

Πώς είναι να κάνεις θέατρο μετά από τόσο καιρό αποχής; Τι άλλαξε;

Καταρχάς, είναι μεγάλη ευχαρίστηση να ξαναβρίσκεσαι με ανθρώπους. Και σιγά σιγά, έστω και φοβισμένα, –λόγω της υπάρχουσας κατάστασης– να προσπαθείς να γνωρίσεις και να μελετήσεις μαζί τους έναν καινούργιο μύθο, να συζητάς με άτομα που δεν είχες ξανασυνεργαστεί. Έχει κάτι χειροποίητο όλο αυτό και ζωντανό· γι’ αυτό σου δίνει μεγαλύτερη χαρά.

 

Μίλησέ μου για τους Πέρσες και τη σημασία του ανεβάσματος του έργου αυτού τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή.

Φέτος είναι τα 2.500 χρόνια απ' τη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Αυτό για εμένα δεν είναι μία απλή επέτειος αλλά κάτι πολύ πιο σημαντικό, με την έννοια του ότι σκέφτομαι τι θα συνέβαινε στον κόσμο αν δεν κερδίζαμε αυτήν τη ναυμαχία. Υποψιάζομαι ότι θα ήταν πολύ διαφορετικός, όχι αναγκαστικά χειρότερος –ίσως και καλύτερος– αλλά σίγουρα πολύ διαφορετικός. Από την άλλη μεριά, καταδείκνυε στους Αθηναίους πόσο αλαζόνες είναι και οι ίδιοι καθώς εκείνη την περίοδο η Αθηναϊκή Συμμαχία γινόταν η αντίστοιχη Περσία, εξουσιάζοντας και υπερφορολογώντας τις υπόλοιπες πόλεις-κράτη. Ήταν πολύ σπάνιο ένα τόσο σύγχρονο έργο για την εποχή του· και εμείς δεν πρέπει να ξεχνάμε αλλά αντιθέτως να είμαστε κοντά στην ιστορία και να διδασκόμαστε από εκείνη.

 

Είναι ένα έργο που καυτηριάζει την αλαζονεία και την έπαρση του ανθρώπου;

Αυτό ακριβώς που είπα και προηγουμένως· ο Ξέρξης ζητώντας εκδίκηση για την ήττα του πατέρα του (πεθαμένου πια) ξεκινάει από την Περσία, αφού πρώτα έχει φτιάξει μία τεράστια πολεμική μηχανή, γεμάτος έπαρση και αλαζονεία με μόνο σκεπτικό και στόχο τη νίκη. Να συντρίψει μάλλον και να ξεφτιλίσει αυτούς που πριν είχαν νικήσει τον παλιό στρατό των Περσών. Σε αυτό το σημείο πιστεύω ότι το πνευματικό πεδίο που άνοιξε στους ανθρώπους η δημοκρατία εκείνη την εποχή τούς έκανε να έχουν πιο προχωρημένη σκέψη απ’ αυτή των Περσών και αυτή ήταν που βοήθησε πραγματικά να κερδίσουν και όχι η εξυπνάδα ενός μόνο στρατηγού. Δεν είναι τυχαίο ότι με τη δημοκρατία άνθισαν τα πάντα, όχι μόνο η πολιτική αλλά και η οικονομία, οι τέχνες, το θέατρο, ο νους σε όλα του τα επίπεδα. Ας δουν λοιπόν οι «εραστές» απολυταρχικών και μοναρχικών πολιτευμάτων ότι μόνο έτσι μπορούμε να πάμε μπροστά.

 

Πες μου λίγα λόγια για τον Ξέρξη τον οποίο υποδύεσαι;

Ο Ξέρξης είναι ένας πολύ ιδιαίτερος ρόλος και από τους πιο δύσκολους που έχω κληθεί να ερμηνεύσω. Αυτό οφείλεται στο ότι από γραφής δεν είναι ένας ρόλος που ακολουθεί τυπικά τη φόρμα της τραγωδίας με κάποιο διάλογο-αγώνα ή μονόλογο, αγγελία ή αφήγηση. Αντιθέτως, είναι αρκετά συμπυκνωμένος σε έκταση και ενώ όλοι μιλούν για εκείνον αυτός εμφανίζεται προς το τέλος – τον βλέπουμε να θρηνεί. Γι’ αυτό ο σκηνοθέτης πρέπει να έχει να προτείνει μία κατεύθυνση, να έχει ένα κλειδί για την ανάγνωσή του ώστε να συγκινήσει και να κλείσει με τον σωστό τρόπο ένα τέτοιου είδους έργο. Αν δεν έχεις πρόταση, κινδυνεύεις να εκτεθείς και, πιο σημαντικό ακόμα, να κλείσεις άδοξα και άτσαλα ένα έργο που δεν του αξίζει. Και εδώ υπήρχε. Έτσι κινηθήκαμε μουσικά σ’ ένα «μοιρολόι-θρήνο». Αυτό εμένα με εξίταρε σαν κεντρική ιδέα και έτσι βρήκαμε τον τρόπο και τον δρόμο να εμβαθύνουμε στην τραγικότητα του ρόλου. Αλλά και υφολογικά να λειτουργήσει θεραπευτικά στο αντιπολεμικό αυτό δράμα.

 

Συναντάς κοινά στοιχεία με το σήμερα και τους ιμπεριαλιστές ηγέτες που κυβερνούν;

Στους καιρούς που ζούμε δεν νομίζω ότι είναι κάποιος φανερά ιμπεριαλιστής –ή μάλλον ιμπεριαλιστής με τον παλιό τρόπο της πολεμικής επεκτατικότητας– και αυτό οφείλεται στις πολύ ευαίσθητες ισορροπίες που έχουν δημιουργηθεί ανάμεσα στα κράτη. Έτσι ο σύγχρονος ιμπεριαλισμός είναι οικονομικός. Δεν χρειάζεται πλέον τα κράτη να πολεμήσουν· απλώς χρωστάς και ξεπληρώνεις τελικά με γη. Ο Αισχύλος το έγραψε αυτό εκείνη την εποχή γνωρίζοντας την ανθρώπινη φύση, την απληστία της και ότι πάντα ο άνθρωπος θέλει να φάει τον διπλανό του.

 

Πόσο εύκολο είναι να γράψεις ένα έργο για τους ηττημένους όταν είσαι από την πλευρά των νικητών;

Μου είναι δύσκολο ν’ απαντήσω και θαυμάζω τη σκέψη του Αισχύλου να εξιστορήσει αυτή την ιστορία απ’ τη μεριά των ηττημένων. Ίσως να θέλει μ’ αυτόν τον τρόπο να προβλέψει την ήττα εξαιτίας της επερχόμενης αλαζονείας των Αθηναίων; Πιστεύω ότι μεγάλοι συγγραφείς είναι αυτοί που μπορούν να βγουν απ’ τη θέση που τους έχει βάλει η ζωή και να δουν τα πράγματα χωρίς εγωισμό και εγωπάθεια αλλά με μία ευρύτερη ματιά. Και αυτό είναι που ήθελε να διδάξει ο Αισχύλος στους Αθηναίους που θα έβλεπαν το έργο. Εμείς, στην εποχή των winners και loosers καλούμαστε να είμαστε περιληπτικοί και να δρούμε με ενσυναίσθηση.

 

Ποιο πιστεύεις ότι είναι το πιο τραγικό πρόσωπο στο έργο;

Για εμένα μεγάλη σημασία έχει από πού πέφτει το πρόσωπο και το ύψος της πτώσης του· αυτό είναι που δείχνει το μέγεθος της τραγικότητας. Απ’ αυτή την άποψη το πιο τραγικό πρόσωπο είναι ο Ξέρξης. Είναι τεράστια η πτώση αυτού του ανθρώπου αν σκεφτεί κανείς το πώς πήγε και πώς γύρισε. Οι υπόλοιποι δεν βιώνουν την κατάσταση αλλά μαθαίνουν γι’ αυτήν, έτσι είναι μεν τραγικά πρόσωπα, αλλά η πτώση του Ξέρξη είναι τρομακτική και ερεβώδης· η έξοδος προς την λύτρωση.

 

Στο διάστημα της καραντίνας τι είναι αυτό που συνειδητοποίησες για το επάγγελμα του ηθοποιού;

Ότι είναι ένα τρομερά ευαίσθητο επάγγελμα που ευτυχώς αλλά και δυστυχώς εξαρτάται από άλλους. Δεν μπορεί να υπάρξει ως αυτόνομο επάγγελμα. Επίσης αυτό που βγήκε στην επιφάνεια είναι η διαχρονική άγνοια και αδιαφορία των κυβερνήσεων απέναντι στις τέχνες. Πόσο μακριά νυχτωμένοι είναι για το τι συμβαίνει στον σύγχρονο πολιτισμό, πόσο υποχρηματοδοτούμενος και εγκαταλελειμμένος στη μοίρα του είναι. Η Πολιτεία θα μπορούσε να τις χρησιμοποιήσει για να γίνει καλύτερη η ίδια. Αλλά νίκησε ο φόβος απέναντι στον αντίλογο και το κοινωνικό έρεισμα που έχουν οι τέχνες και προτίμησε να συνομιλήσει με τους κόλακές της. Δυστυχώς.