Συνέντευξη

Αντιγόνη Σταυροπούλου: Μου αρέσει να έχει χρόνο μέσα μου ο ρόλος. Είναι συγκατοίκηση. Όσο μοιραζόμαστε, δενόμαστε

27 Σεπτεμβρίου 2018  |  από Πέπη Καλλίλα
Αντιγόνη Σταυροπούλου: Μου αρέσει να έχει χρόνο μέσα μου ο ρόλος. Είναι συγκατοίκηση. Όσο μοιραζόμαστε, δενόμαστε
Η Αντιγόνη Σταυροπούλου μίλησε στο unstage για τις παραγωγές στις οποίες συμμετέχει, για την ομάδα της που φέτος κάνει τα πρώτα της βήματα και για την ανάγκη της να γράφει και να παίζει

Τη φετινή σεζόν πες μου τις δουλειές στις οποίες συμμετέχεις.

Η χρονιά ξεκίνησε με μία παράσταση που αγαπώ πολύ, τη Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α  της Λένας Κιτσοπούλου στο Βios. Η παράσταση είναι ένα ταξίδι στον κάτω κόσμο. Βλέπουμε τον ήρωά μας, έναν χρόνο μετά, εκεί ακριβώς που τον αφήσαμε πέρυσι, στο δωμάτιό του, στην κόλαση, στο σκοτάδι, στο υπόγειο της γιαγιάς του στην Πειραιώς. Έμεινε εκεί ακίνητος όλο το καλοκαίρι να περιμένει κάποιον να έρθει, κάποιον που δεν ξέρει ποιος είναι, κάποιον που δεν θα έρθει ποτέ. Όλοι οι άλλοι, έρχονται. Παρέα του, δίπλα του, σκιά, η κουφή συγκάτοικος στον τάφο, που υπάρχει σαν καθρέφτης του σπασμένος, να του θυμίζει την αυτοκτονία, την αναμονή, τη μυρωδιά εκείνης της ζωής που αφήνει πίσω του κάθε που ξημερώνει. Σαν καρπούζι ύστερα από έκρηξη.

Στις 11 Οκτωβρίου στο Μπάγκειον θα διαβάσω κείμενά μου, ποιήματα και πεζά, μαζί με άλλους νέους ποιητές και συγγραφείς του project «Κύκλος Των», στα πλαίσια της έκθεσης “Outcast Europe”.

Στις 3 Νοέμβρη ανεβαίνει στο Tempus Verum το πρώτο θεατρικό μου έργο, ένα έργο που η ιδέα του προέκυψε σε ένα μοναχικό ταξίδι μου στη Βενετία και πρώτη φορά ανάσανε στο Studio Συγγραφής Θεατρικού Έργου του Εθνικού Θεάτρου. Είναι ένα κείμενο βαθιά προσωπικό, γνώριμο τόσο όσο και άγνωστο. Ο τίτλος του, «κύριος και κυρία Λοτ». Όταν διαβάστηκε πρώτη φορά το κείμενο στο Studio, ο Νικόλας έγραψε στο τετράδιό μου «Γράψε τους Λοτ. Θα τους ανεβάσουμε.» κι εγώ χαμογέλασα και συνέχισα να γράφω. Χωρίς να καταλάβω πώς, από οκτώ σελίδες το έργο είναι σήμερα ογδόντα και έτοιμο να ζήσει στη σκηνή. Είναι σαν να είχα στην κοιλιά μου ένα παιδάκι που φανταζόμουν τη μορφή του μέχρι να γεννηθεί και σιγά σιγά το βλέπω να περπατάει, να μιλά, να βγάζει μαλλιά, να φτιάχνει τα δικά του χαρακτηριστικά, να ψηλώνει, να παχαίνει και να αδυνατίζει, να διαμορφώνει χαρακτήρα.

Λίγο αργότερα, στις 30 Νοεμβρίου θα ανέβει στην Καλών Τεχνών, το θεατρικό έργο του Θανάση Τριαρίδη, οι «Καρχαρίες» σε σκηνοθεσία Σωκράτη Σπανού. Πρόκειται για ένα ζευγάρι που ψάχνει τρόπους να διεισδύσει ο ένας στον άλλον. Θέλουν να επικοινωνήσουν με κάποιον τρόπο, μέχρι να φτάσουν στον βυθό, να δουν από κοντά τους Καρχαρίες, τα πρόσωπά τους. Να αγγιχτούν. Αυτό το έργο ενδέχεται να ταξιδέψει σε πόλεις της Ελλάδας, καθώς και στο εξωτερικό.

Στις 21 Ιανουαρίου, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, θα παρουσιαστεί μία μεταγραφή του έργου «Κουκλόσπιτο» του Ίψεν, με τίτλο «Κούκλες». Ένα ensemble έξι γυναικών, έξι Νόρες επί σκηνής θα ενσαρκώσει όλους τους ήρωες του έργου, ακροβατώντας ταυτόχρονα σε κείμενα και συνθήκες βγαλμένα τόσο από την παγκόσμια εργογραφία όσο κι από το συλλογικό ασυνείδητο της γενιάς μας.

Τέλος, στα μέσα του Μάρτη, στο θέατρο Θησείον, θα συμμετάσχω σε μία παράσταση του Βαγγέλη Κοσμίδη με τίτλο «Rendez-vous? Meat me on facebook». Πρόκειται για ένα πάρτι με έξι ηθοποιούς και έναν μουσικό που αφηγούνται ιστορίες πραγματικών ραντεβού, δικών τους ή άλλων. 

 

Έχεις ανοιχτά πολλά μέτωπα. Πώς προλαβαίνεις να ασχοληθείς με όλα;

Όλα. Ωραία λέξη. Παίζω μαζί της συχνά. Με προκαλεί. Η μέρα έχει είκοσι τέσσερις ώρες. Ό,τι θέλουμε το προλαβαίνουμε. Φεύγω από το σπίτι μου πρωί και επιστρέφω αργά το βράδυ. Μπορώ κι άλλο. Κουράζομαι περισσότερο όταν δεν κινούμαι. Πελαγώνω. Πάντοτε ονειρευόμουν -ευχόμουν καλύτερα- να δημιουργώ με ανθρώπους που εμπιστεύομαι, δικές μας παραστάσεις, ολοκληρωτικά. Να τα κάνουμε όλα εμείς, σαν παιχνίδι, να παίζουμε παρέα. Αυτή η ευχή, φέτος πραγματοποιείται σε κάθε επίπεδο. Κάποιος δάσκαλος είπε κάποτε πως «Ο βαθμός ηδονής μας, είναι ευθέως ανάλογος με τον βαθμό εμπλοκής μας.» Εμπλέκομαι όταν πιάνουν οι ευχές μου και αφήνομαι, έχω πάντα μαζί μου, όμως, το μικρό μου αλεξίπτωτο. Αρχή είναι και την απολαμβάνω.

 

Πώς προέκυψε η συνεργασία σου με τον Νικόλα Ανδρουλάκη, που είστε σε όλες τις δουλειές φέτος μαζί;

Με τον Νικόλα γνωριστήκαμε ως διπλανοί στο στούντιο συγγραφής του Εθνικού Θεάτρου. Λίγους μήνες αργότερα, μου πρότεινε να παίξω μαζί του στη Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α. κι αυτό ήταν αρχή. Το Καλοκαίρι, βρεθήκαμε ξανά μαζί συμμαθητές στο εργαστήριο αρχαίου δράματος του ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων, στο Θερινό Μαντείο, μία εμπειρία ζωής που θα μείνει σίγουρα αλησμόνητη σε όλους όσους την γευτήκαμε. Από τότε, είμαστε διπλανοί σε όλα. Μου δίνει μεγάλη χαρά να έχω δίπλα μου ανθρώπους που με γεμίζουν με ασφάλεια και ηρεμία. Κοντά ή μακριά, δεν έχουν σημασία τα χιλιόμετρα, είναι οι άνθρωποί μου. Θέλω να μιλούν τα μάτια μας την ίδια γλώσσα. Να συνεννοούνται οι σιωπές μας. Να είμαστε το τζίνι ο ένας του άλλου. Να υπάρχει ανάμεσά μας ευγένεια και σεβασμός. Σπάνιο. Έχω λίγους φίλους και ισόβιους. Ανθρώπους ζωής. Συνοδοιπόρους. Συμμορίτες.

 

 

Έχετε φτιάξει δική σας θεατρική ομάδα με τον Νικόλα.

Ας την πούμε με μειδίαμα μια Συμμορία. Το όνομα αυτής «Duende» και έχει ήδη αρχίσει το ταξίδι μας μαζί της. Η πρώτη μας παραγωγή, το έργο μου «κύριος και κυρία Λοτ» στο Tempus Verum τον Νοέμβριο. Θα έρθουν σύντομα κι άλλα πολλά. Και θα είναι όμορφα.

 

Πώς καταλαβαίνεις ότι υπάρχει επικοινωνία με το κοινό την ώρα της παράστασης;

Το θέατρο είναι ζωντανός οργανισμός. Σε στιγμές, το κοινό γίνεται καπετάνιος, οδηγεί. Παίρνεις από την ενέργεια και τη διάθεσή του και επηρεάζεσαι όσο επηρεάζεις. Γι’ αυτό και καμία παράσταση δεν είναι ίδια με την προηγούμενη. Αυτή είναι και η μαγεία. Να εκπλήσσεσαι, να ξαφνιάζεσαι, να απορείς. Όπως κάνουν τα παιδιά.

 

Άρα δεν είναι κουραστικό ή βαρετό να παίζεις τον ίδιο ρόλο για μια χρονική περίοδο.

Κουραστικό και βαρετό να γνωρίζεις εν τω βάθει εκείνον που μοιράζεστε το ίδιο σώμα; Το αντίθετο μοιάζει αδιάφορο. Οι ρόλοι ζουν μες στις σελίδες των βιβλίων και μας ζητούν να τους δανείσουμε το σώμα μας να περπατήσουν. Πάντοτε σκέφτομαι τα «Έξι Πρόσωπα» του Πιραντέλλο, το πρώτο θεατρικό έργο που με έκανε να ανατριχιάσω. Είναι ακριβώς αυτό. Μου αρέσει να έχει χρόνο μέσα μου ο ρόλος. Είναι συγκατοίκηση. Όσο μοιραζόμαστε, δενόμαστε. Είναι σαν την αγάπη. Πάντα υπάρχει κάτι νέο να εξερευνήσεις. Κι εδώ έρχεται και η Αλεπού από τον Μικρό Πρίγκιπα να μας θυμίσει πως «Ο χρόνος που χαρίζεις στο τριαντάφυλλό σου, το κάνει ξεχωριστό».

 

Είσαι φρέσκια στο χώρο. Πότε ξεκίνησες να ασχολείσαι επαγγελματικά με το θέατρο;

Το θέατρο το αγαπούσα από παιδί. Έζησα κάποια χρόνια και στην Κύπρο, όπου είχα μία πρώτη επαφή με θεατρικές ομάδες. Αργότερα, στο Παιδαγωγικό, στην πρακτική μου ως δασκάλα, έπαιζα με τα παιδιά, έφτιαχνα ρόλους για να μάθουμε παρέα να διαβάζουμε και να μετράμε. Ήμουν στο Ρέθυμνο στη θεατρική ομάδα του Πανεπιστημίου, τη «Σκηνή και Σαπούνι» και για πέντε χρόνια ανεβάζαμε παραστάσεις και δρώμενα στην Κρήτη. Όταν αποφοίτησα, ήρθα στην Αθήνα και έδωσα εξετάσεις στη δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης, απ’ όπου αποφοίτησα το 2017. Από τότε, ασχολούμαι επαγγελματικά με το θέατρο.

 

Ασχολείσαι λοιπόν με την υποκριτική και τη συγγραφή. Ασχολείσαι και με κάτι άλλο σχετικό με το θέατρο;

Ασχολούμαι με τη συγγραφή, επίσης από μικρή ηλικία. Μου άρεσε πάντοτε να γράφω παραμύθια και ιστορίες, να ξύνω τη φαντασία μου και να καταγράφω τα απομεινάρια. Στο Λύκειο πρώτη φορά έγραψα κάτι ολοκληρωμένο με τον δάσκαλό μου Κωνσταντίνο Καλλίμαχο για οδηγό. Από τότε, έχω παρακολουθήσει διάφορα σεμινάρια συγγραφής, στο Κέντρο Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Harvard στο Ναύπλιο και στις εκδόσεις Ευρασία με τον Θανάση Τριαρίδη, καθώς και στο Studio Συγγραφής Θεατρικού Έργου του Εθνικού Θεάτρου με υπεύθυνη τη Σύλβια Λιούλιου. Kάποια από τα παραμύθια μου, έχουν ακουστεί στην εκπομπή «Τα παραμύθια της φωνής της Ελλάδας» στο ραδιόφωνο της ΕΡΤ. Τον τελευταίο έναν χρόνο ασχολούμαι κυρίως με τη θεατρική γραφή. Πέρα από το να γράφω και να παίζω, διδάσκω θέατρο σε θεατρικά εργαστήρια για ενήλικες και παιδιά όλων των ηλικιών. Μου αρέσει πολύ να δουλεύω με ανθρώπους, να υπάρχει αυτή η επαφή και δεν μπορώ να σκεφτώ εύκολα τη ζωή μου χωρίς τα παιδιά και τα όσα μου μαθαίνουν. Στο μέλλον, με φαντάζομαι σε έναν δικό μου χώρο, σε έναν χώρο έκφρασης ~ δημιουργίας ~ μαθητείας.

 

Υπάρχει μία ιδιότητα που σου αρέσει περισσότερο και θα επέλεγες να ασχοληθείς μόνο με αυτή;

Κάθε τι, έχει τη στιγμή του. Η ανάγκη μας κινεί. Όταν γράφω ηρεμώ, ξεφεύγω από την ένταση και τη φασαρία, σαν το λίγο πριν τον ύπνο. Όταν παίζω ξυπνώ, τεντώνονται τα νεύρα στο κορμί μου, λάμπουν τα μάτια, ενεργοποιούμαι. Πώς να διαλέξω μόνο να κοιμάμαι ή μόνο να είμαι ξύπνια; Δεν γίνεται. Στη διδασκαλία κάπως αγκαλιάζονται όλα αυτά. Γράφω επί τόπου κείμενα και ταυτόχρονα τα παίζω. Δεν με φαντάζομαι με κάτι απ’ όλα αυτά να λείπει. Δεν θα ήμουν εγώ, δεν θα με αναγνώριζα.