Το μυθιστόρημα που θεωρείται το πλέον εντελές και συναρπαστικό του συγγραφέα Μ. Καραγάτση ανεβαίνει στο θέατρο Πορεία, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Τάρλοου. Ο σκηνοθέτης και Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Πορεία, μετά την εξαιρετικά επιτυχημένη συνεργασία του με τον Στρατή Πασχάλη στην παράσταση-σταθμό Η Μεγάλη Χίμαιρα, του ανέθεσε τη διασκευή του Γιούγκερμαν.
Ο κεντρικός ήρωας, ο Φιλανδός Βασίλης Κάρλοβιτς Γιούγκερμαν, γόνος πλούσιας οικογένειας, Ίλαρχος της Λευκής Φρουράς του τσάρου, ένας τυχοδιώκτης που παλεύει με τα φαντάσματά του, οδηγείται μετά τη ρωσική επανάσταση στην Ελλάδα. Το παρελθόν του βαραίνει ένας φόνος, μια γυναίκα που μοιραζόταν μ’ έναν Ανθυπολοχαγό, εμπορία ναρκωτικών, κραιπάλες κάθε είδους, το ποτό, η χαρτοπαιξία, οι εκβιασμοί, οι απάτες… Δαιμόνιος και αδίστακτος, στη νέα του πατρίδα ανέρχεται κοινωνικά αποκτώντας μία σημαντική θέση στην τράπεζα, πλούτο και γόητρο, ένας «αλήτης αριστοκράτης» που κάτω απ’ τον αδυσώπητο ελληνικό ήλιο θα έρθει αντιμέτωπος με τον εαυτό του, με τον αληθινό έρωτα και με το τραγικό στοιχείο.
Το μυθιστόρημα, το τρίτο του συγγραφέα, γράφτηκε το 1938, δύο χρόνια μετά τη Χίμαιρα και πέντε χρόνια μετά τον Συνταγματάρχη Λιάπκιν, μαζί με τα οποία σχηματίζει την τριλογία με τίτλο Εγκλιματισμός κάτω από το Φοίβο. Πλάι στο ενδελεχές ψυχογράφημα του ήρωα, ο «παραμυθάς από ράτσα» Καραγάτσης στο μυθιστόρημά του αυτό απεικονίζει με γλαφυρότητα την κοινωνική και πολιτική κατάσταση της μεσοπολεμικής Ελλάδας και καταθέτει την οπτική του γύρω από τη μπολσεβίκικη επανάσταση, τον κομμουνισμό, το τσαρικό καθεστώς.
Ο σκηνοθέτης της παράστασης, Δημήτρης Τάρλοου, σημειώνει: «Ο Γιούγκερμαν, αυτός ο θεόθεν αριστοκράτης και αλήτης, θα κυνηγήσει με αυτοκαταστροφική μανία τον πλούτο, τη δόξα, την εξουσία, τις γυναίκες, θα τα κατακτήσει όλα, για να συνειδητοποιήσει μέσω του συγγραφέα Καραμάνου, πως για τον καθένα μας μονάχα ένα κορίτσι υπάρχει σε ολόκληρο τον κόσμο. Αυτή η σοφή μετατόπιση θα σημάνει και το αναπόφευκτο μας τέλος, όπως λέει και ο Καραμάνος: "Η μοίρα των ανθρώπων είναι ο θάνατος." Το βασικό, το πρωταρχικό τραύμα, ανελέητο, όσο και βασανιστικό, μας στέλνει όλους στην αγκαλιά της μητέρας μας, που μας περιμένει πανέμορφη, παγωμένη κι ακίνητη, για να αναπαυθούμε για πάντα κοντά της.»
Ο διασκευαστής του μυθιστορήματος, Στρατής Πασχάλης, αναφέρει σε σχέση με το έργο του: «Στον "Γιούγκερμαν" η διασκευή ανασυνθέτει τα βιογραφικά γεγονότα του μυθιστορήματος σ’ ένα σκηνικό ονειρόδραμα που συνδυάζει το ρεαλιστικό και το παράδοξο, το ποιητικό και το γκροτέσκο. Αυτό δεν έγινε τυχαία. Την ιδέα για κάτι τέτοιο μου την έδωσε το τελευταίο μέρος του μυθιστορήματος, "Τα στερνά του Γιούγκερμαν", ένα παραλήρημα εικόνων, γεγονότων και προσώπων όπου η φαντασία δρα ελεύθερα και υπονομεύει την πραγματικότητα. Όλο το έργο είναι ένα τεράστιο φλας μπακ που καταλήγει στην αποκάλυψη ενός γεγονότος από το παρελθόν, το οποίο σε όλη τη διάρκεια της παράστασης λειτουργεί συνεχώς, κάτω και γύρω από τα λόγια των βασικών ηρώων, χωρίς να φανερώνεται απόλυτα στον θεατή… Τάμερφορς, Πειραιάς, Αθήνα, Μυτιλήνη, Ακράτα, Θεσσαλονίκη, Κεντρική Ευρώπη, Γκρενόμπλ… Κοσμοπολιτισμός και ρίζες, μέσα σ’ έναν ξέφρενο μα και ηδονικό εφιάλτη γεμάτο πάθη, μοναξιά, σκληρότητα, μα και βαθιά ανθρωπιά.»